Η ημέρα της Γυναίκας και το μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη

Μου είχε φανεί η πράξη τους (και ακόμα μου φαίνεται) περήφανη, δίκαιη, ορθή, έξυπνη, και τόσο αληθινή. Ένιωθα τότε ως πιτσιρίκι σαν να βάζανε γκολ σε μια μεγάλη ομάδα. Αυτά σκεφτόμουνα καθώς οδηγούσα  αργά το βραδύ και περνούσα μπροστά από το καμένο εθνικό μας περίπτερο. Κάψανε τον Άγνωστο Στρατιώτη και αμέσως μετά θυμήθηκα, «σήμερα είναι 8 του Μάρτη, η ημέρα της γυναίκας» και χαμογέλασα. Άφησα το αμάξι να γλιστρήσει στην Πανεπιστημίου και τις σκέψεις μου να συνεχίσουν, όπως πάντα κάνω όταν οδηγώ  σε άδειους της πόλης δρόμους.

Το πρωί της Ημέρας της Γυναίκας, εγώ τι έκανα; Σχεδόν τα συνηθισμένα στην ασφυκτική Αθήνα.

Στις 9.00 χαιρέτισα την φίλη μου και χωρίστηκα από την βραδινή αγκαλιά μας, έβγαλα τον σκύλο βόλτα και έτρεξα να πάω στην λαϊκή, άφησα τα ψώνια της λαϊκής πάνω στο σπίτι και συνέχισα, πήγα σουπερμάρκετ, με τον σκύλο πάλι μαζί. Στην είσοδο του σουπερμάρκετ συνηδειτοποιω ότι δεν μπορώ να τον πάρω μέσα, κοντοστάθηκα γιατί δεν ήμουνα σίγουρη αν θα έπρεπε να τον αφήσω μόνο του δεμένο στο δέντρο και έτσι έψαξε το βλέμμα μου για μια οποιαδήποτε λύση. Πέφτει το μάτι μου σε μια γυναίκα ακίνητη μέσα στο πλήθος του κόσμου που πηγαινοερχόταν. Η γυναίκα είχε μαζί το καροτσάκι με το μωρό της και κράταγε για ώρες  ένα ακουστικό από το τηλέφωνο του δρόμου, μίλαγε αδιάκοπα, σκέφτηκα να δέσω τον σκύλο στο καροτσάκι του μωρού της και να την παρακαλέσω ένα λεπτό να τον προσέχει. Παράλογη σκέψη, με μια δεύτερη ματιά πάνω της, βλέπω τώρα το δικό της βλέμμα να με χαιρετά, ήταν γνωστή μου. Δένω γρήγορα στην ρόδα του καροτσιού το λουρί του σκύλου μου, ρίχνω ένα χαμόγελο στο μωρό, της κλείνω με σύνθημα το μάτι ότι πάω για λίγο μέσα και ορμάω στο σουπερμάρκετ. Από το άγχος να κάνω γρήγορα είχα ξεχάσει τι ήθελα να πάρω και όσο πιο γρήγορα ήθελα να κάνω τόσο πιο πολύ αργούσα. Τρίχες! Η αλήθεια είναι ότι ήταν μεγάλο σοκ που την είδα.

Πριν δυο χρόνια μέναμε σε διπλανά σπίτια, ήξερα τον γκόμενό της αρκετά καλά, καλύτερα από αυτήν, ένιωθα πολλές τύψεις για αυτήν την γυναίκα. Ήξερα ότι  ο γκόμενός της ήταν οροθετικός, υποψιαζόμουνα για χρόνια ότι πήγαινε μαζί της όχι με προφυλακτικό και εγώ δεν είχα τολμήσει να την προειδοποιήσω. Είναι μεγάλη ιστορία αλλά ήξερα ένα ακόμα πιο σημαντικό μυστικό για αυτήν και γύριζε το κεφάλι μου αν θα έπρεπε να της πω σήμερα την αλήθεια. Είχε παιδί και εμφανώς ήταν έγκυος στο δεύτερο, σίγουρα ως μετανάστρια σε ξένη χώρα είχε παντρευτεί κάποιον, η κουλτούρα της χώρας της δεν επιτρέπει ανύπαντρες μητέρες, άρα είχε "φτιάξει" την ζωή της.

Εγώ ήξερα από τον γκόμενο της ότι οι εξετάσεις της είχαν βγει θετικές στον ιό και ότι της είχε πει ψέματα. Ελληνικά καλά δεν μίλαγε, αυτόν τον ξέρανε στο νοσοκομείο, του είχανε πει αυτουνού τα αποτελέσματα και αυτός από τον φόβο του να μην τον εγκαταλείψει, της είχε πει ψέματα.

Ο γκόμενος μετά από μια εβδομάδα σκοτώθηκε σε τροχαίο και αυτή είχε ήδη μετακομίσει και τώρα την ξανάβλεπα. Ήμουνα σίγουρη ότι αυτή δεν ήξερε τίποτα.

Ο ήλιος στις 8 Μαρτίου κατόρθωνε γαμώτο να λάμπει αισιόδοξα μέσα στο τσιμέντο της πόλης μου, δεν θα ήθελα κανένας να με σταμάταγε στον δρόμο και να μου χάλαγε την αγχωτική μου μέρα με κάτι ακόμα χειρότερο. Είναι ένας μόνιμος φόβος που έχω, ότι εκεί που η ζωή σου λίγο λιάζεται, ένα λεπτό αρκεί να γίνει πάλι τελείως γκρίζα και τώρα ήμουνα εγώ που μπορεί να το έκανα αυτό σε έναν άνθρωπο.

Πλήρωσα στο ταμείο με τα μάτια καρφωμένα στον δρόμο, το μυαλό μου με αγένεια με φώναζε δειλή, βγήκα, ξεμπέρδεψα το λουρί του σκύλου και της έκανα νόημα ότι περιμένω να τελειώσει. Της το είπα, παρόλα τα σπαστά ελληνικά της την έκανα να το καταλάβει, το αρνήθηκε με ντροπή, με έλλειψη ενημέρωσης, θεώρησε αφού γέννησε και είναι πάλι έγκυος και έχει άντρα άρα δεν έχει καμία πιθανότητα να έχει της αλητείας το μικρόβιο, της έδωσα το τηλέφωνό μου, της είπα αν χρειαστεί κάτι να με πάρει, έχω πλέον πολύ έντονη την πείρα ότι η επίγνωση σώζει ζωές και για αυτό το έκανα έστω και αργά, μετά χάθηκα στα στενά της γειτονιάς που ανέχεται με επιδεικτική επιείκεια τους εξαντλημένους μετανάστες και επιτρέπει στους ντόπιους της να ζούνε σε λίγο πιο ψηλούς ορόφους.

Γυναίκα μετανάστρια, με καμία μόρφωση, καμία αυτοδιάθεση του κορμιού της, καμία πρόσβαση σε καμία ενημέρωση, θύμα στα χέρια αρσενικών θυμάτων που καίνε δρόμους και εθνικά περίπτερα, πηδάνε γκόμενες και κλαίνε σαν μωρά σε θηλυκές αγκαλιές, που αντιδρούν με μαγκιά και τσακώνονται στα παράθυρα της τηλεόρασης ή με απεχθές κύρος στα έδρανα της βουλής τους, που πρωτοστατούν σε μάχες και αγώνες, που ονομάζονται ήρωες και ελευθερωτές, που δημιουργούν δικούς τους πολέμους, τις δικές τους εξουσίες με νικητές και ηττημένους, που βγαίνουν από πονεμένα αιδοία που τα ποθούν και σιωπηλά απελπισμένα τα χρειάζονται.

Ντροπή και αίσχος φώναζαν πάλι οι ηλίθιοι στα κανάλια για την φωτιά του μνημείου, Θα ήθελα αυτό το μέρος να το δείξουνε όχι για ένα μνημείο αλλά  έστω για έναν από τους εκατομμύρια ανθρώπους που δεν έχουν καμιά πολυτέλεια να σκεφτούν περίπτερα που καίγονται γιατί «καίγονται» οι ίδιοι ζωντανοί και σαπίζουν ανήμποροι στον πλούσιο τούτο πολιτισμό μας. Θα ήθελα αυτό το "ντροπή και αίσχος" να το φωνάξουν για τόσο πιο σημαντικά πράγματα που συμβαίνουν στον κόσμο, έλεος και τα άλλα αρχαίας τραγωδίας επιφωνήματα να ακουστούν από τα στόματα τους για τις πλασματικές αμφίβολες ζωες μας. Οι ίδιοι που φωνάζουν για τα στινγκάκια του ταξίαρχου, φώναζαν για ένα μνημείο (παύλα) σύμβολο που φαντάζει παράδοξο, κάτω από μια βουλή εγκληματικών αποφάσεων για την υγεία, την παιδεία, την ζωη ΜΑΣ.

Πιστεύω ότι ο κόσμος είναι τοσο αγανακτισμένος που αν δεν ήταν δειλός θα ήθελε να κάψει ένα-ένα απολαυστικά  κάθε ηλίθιο σύμβολο για την κάθε ζωή που άδικα χάθηκε από δίπλα του.

8 του Μάρτη, η ημέρα της Γυναίκας, αν γιορτάζει η ημέρα αυτή, τις σοφές μάγισσες που καίγανε τον μεσαίωνα, στις 8 Μαρτίου του 2007 στην Αθήνα κάψανε το ανδρίκελο μνημείο του άντρα που ως άντρας πρέπει αναγκαστικά να θυσιαστεί για να υπερασπιστή ένα κόσμο άδικο!

Maria Cyber

Αποδοχή
Χρησιμοποιώντας τη σελίδα αυτή, συναινείτε στη χρήση cookies. Περισσότερα...