Θάνατος και απώλεια

Θάνατος και απώλεια

Ενα κείμενο της Σημαδοπούλου Φρόσως, τελειόφοιτος ψυχολογίας του ΑΠΘ και μέλος των Proud Seniors Greece, το οποίο προσεγγίζει το θέμα του βιώματος της απώλειας του συντρόφου σε ομόφυλα ζευγάρια, και πως επηρεάζονται αυτά, εστιάζοντας στις διακρίσεις που βιώνει η lgbtqi κοινότητα, και στον αντίκτυπο που έχουν στον ψυχικό κόσμο του ανθρώπου που πενθεί.

Δυστυχώς ή ευτυχώς, ο θάνατος, είναι κάτι το οποίο μας αφορά όλους, γιατί διέπει τη ζωή και είναι αναπόσπαστο κομμάτι της. Ο άνθρωπος βρίσκεται σε μία διαρκή προσπάθεια να κατανοήσει και να ξορκίσει τον θάνατο, με την νόηση, την τέχνη, την επιστήμη, την φιλοσοφία, την θρησκεία και άλλους τρόπους.Στον δυτικό κόσο, συχνά αγνοούμε τον θάνατο, τον περιθωριοποιούμε και τον αποκλείουμε από την κοινωνία. Αυτή η στάση υποθέτω ότι βασίζεται στην τάση να αποφεύγει κανείς κάτι που φοβάται, ή δε μπορεί να κατανοήσει , και να παριστάνει πως δεν υπάρχει. Αυτή η συμπεριφορά μπορεί να είναι οικεία σε κάποιους από μας, που έχουν γνωρίσει το περιθώριο, γιατί η κοινωνία δεν τους καταλαβαίνει.

Σύμφωνα με τον Φίλιπ Άριες, Γάλλο ιστορικό που περιέγραψε τις κυρίαρχες στάσεις προς τον θάνατο στις δυτικές κοινωνίες, στην εποχή μας διάγουμε την φάση του απαγορευμένου θανάτου. Ο θάνατος, που παλιότερα ήταν παρών και οικείος, σβήνει και εξαφανίζεται, γίνεται ντροπή και αντικείμενο απαγόρευσης. Το περιβάλλον του ανθρώπου που πεθαίνει έχει την τάση να τον προφυλάσσει, κρύβοντάς του την σοβαρότητα της κατάστασής του. Η αλήθεια του θανάτου, έχει γίνει πρόβλημα, και πρέπει να αποφύγει, όχι μόνο ο ετοιμοθάνατος, αλλά και η κοινωνία και το ίδιο το περιβάλλον του, την ταραχή που προκαλεί. Με την τάση λοιπόν του σύγχρονου δυτικού κόσμου, να κουκουλώνει και να αρνείται ο,τι είναι ανοίκειο και προκαλεί πόνο, αυτοί που πλήττονται είναι οι άνθρωποι που πεθαίνουν και οι οικείοι τους. Οι ανάγκες του ανθρώπου που πεθαίνει ωστόσο, είναι υπαρκτές, σημαντικές, και δεν γίνεται να τις αγνοούμε.

Θέλω να εστιάσω στο βίωμα του ανθρώπου που πεθαίνει. Υπάρχουν πολλά θεωρητικά μοντέλα που προσπαθούν να ορίσουν και να περιγράψουν το πώς διαχειρίζεται ο άνθρωπος τον θάνατό του. Δεν θα σταθώ σε αυτά, αλλά θα προσπαθήσω να σας μεταφέρω κάποιες βασικές αξίες που εκφράζουν. Κάθε άνθρωπος που βρίσκεται στο τελικό στάδιο της ζωής του, δεν παύει να είναι ζωντανός και να έχει τις ίδιες ανάγκες, τα ίδια συναισθήματα και δικαιώματα με τους υπόλοιπους. Όταν καλείται κάποιος να συμπαρασταθεί σε ένα άτομο που πεθαίνει, θα πρέπει να είναι σε θέση να αφουγκράζεται αυτό που εκφράζει άμεσα ή έμμεσα, και να καθοδηγείται από αυτό, χωρίς να του στερεί τον έλεγχο της ζωής του.

Σύμφωνα με την Cicely Saunders, οι άνθρωποι που πεθαίνουν ζητούν από εκείνους που τους φροντίζουν τρία πράγματα. 1) βοήθησε με , 2)άκουσε με, 3) μη με αφήνεις. Ωστόσο, η αλήθεια είναι πως δεν έχει νόημα να πέφτει κανείς στην παγίδα να ακολουθήσει κάποια συνταγή αντιμετώπισης τέτοιων καταστάσεων, και να καλλιεργήσει την ψευδαίσθηση ότι έχει την γνώση να αντιμετωπίσει τον θάνατο. Κάθε θάνατος είναι τόσο μοναδικός, όσο κάθε ζωή. Κάποιοι φοβούνται και λυγίζουν στην ιδέα του, άλλοι τον αντιμετωπίζουν πιο ψύχραιμα και ατρόμητα, κάποιοι τον αντιμετωπίζουν με στωικότητα, άλλοι με απελπισία και θυμό, τέλος, κάποιοι στρέφονται στους ανθρώπους που αγαπούν, ενώ άλλοι απομακρύνονται και αποζητούν την μοναξιά. Το να φροντίζεις έναν άνθρωπο που πεθαίνει είναι μία δύσκολη διαδικασία, θέλει κουράγιο και ψυχική δύναμη. Οι άνθρωποι που πεθαίνουν, χρειάζονται την προσοχή, τον σεβασμό και την συντροφιά μας. Ο πόνος που νιώθουν οι κοντινοί τους είναι πολλές φορές αβάσταχτος και τους δυσκολεύει στο να σταθούν δυνατοί και επαρκείς στις ανάγκες της φροντίδας τους. Έτσι, από τη μεριά τους και αυτοί καλούνται να υπερβούν τον εαυτό τους.

Έχοντας αρχίσει να συνθέτουμε την εικόνα μίας εμπειρίας θανάτου, και να σκιαγραφούμε τις πιο ιδιαίτερες πτυχές της, το ερώτημα είναι γιατί μας απασχολούν όλα αυτά απόψε. Πώς όλα αυτά αφορούν στην βραδιά και συνδέονται με την lgbtqi κοινότητα. Ο θάνατος είναι κοινός τόπος για όλους μας, μία πραγματικότητα που μοιραζόμαστε. Ο τρόπος όμως που τη βιώνουμε είναι σε κάθε περίπτωση διαφορετικός, και όταν η διαφορετικότητα σχετίζεται με κοινωνικές παραμέτρους, διακρίσεις και ανισότητες, τότε το αυστηρά προσωπικό ζήτημα γίνεται κοινωνικό, πολιτικό, και παίρνει διαστάσεις που αφορούν όλους μας. Στην Ελλάδα, οι διακρίσεις που βιώνει η lgbtqi κοινότητα στο κομμάτι του πένθους δεν ακούγονται, και ο πόνος παραμένει βουβός.

Το πιο αυτονόητο και βασικό κομμάτι του θέματος, το οποίο αναπτύχθηκε ήδη, είναι η αδυναμία των κρατικών δομών περίθαλψης να διαχειριστούν περιπτώσεις lgbtqi ατόμων, να μην αφήσουν την ομοφοβία, που είναι ο θλιβερός κανόνας στην Ελλάδα, να επηρεάσει τις παροχές τους και να αντιμετωπίσουν με σεβασμό την ιδιωτικότητα του ασθενούς. Συνήθως η εκπαίδευση και η ευαισθητοποίηση του προσωπικού δεν είναι η κατάλληλη για να πετύχουμε αυτούς τους στόχους, ενώ το νομοθετικό πλαίσιο ως προς τα δικαιώματα του ασθενούς είναι ελλιπές σε αρκετά θέματα. Οι αντιξοότητες αυτές δυσκολεύουν γενικά τους lgbtqi νοσηλευόμενους, αλλά για όσους είναι σε καταληκτικό στάδιο μπορεί να είναι καθοριστικές για τις τελευταίες στιγμές τους και τον τρόπο που θα τις βιώσουν.

Ακόμη, αξίζει να σκεφτεί κανείς πως οι άνθρωποι αυτοί, που βρίσκονται σε ένα μη υποστηρικτικό ως εχθρικό περιβάλλον, συχνά δεν έχουν την υποστήριξη της οικογένειάς τους, δεν έχουν κάποιον/α σύζυγο ή παιδιά για να στηριχθούν. Γνωρίζουμε καλά πως πολλοί άνθρωποι έχουν βιώσει την απόρριψη από τις οικογένειές τους, λόγω της σεξουαλικής τους ταυτότητας, του κοινωνικού τους φύλου και του τρόπου που επέλεξαν να ζήσουν. Επίσης, λόγω νομοθετικών παραμέτρων δεν έχουν έναν νομικά αναγνωρισμένο δεσμό με τον/την σύντροφό τους ή δικαίωμα στην τεκνοθεσία. Όλα αυτά συντελούν πολλές φορές στην απομόνωση και την ανασφάλεια. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια πως άτομα αυτής της κοινότητας δεν έχουν δεσμούς αγάπης στη ζωή τους, οικείους ανθρώπους και υποστηρικτικό πλαίσιο. Είναι όμως ένα πλαίσιο που δεν αναγνωρίζεται νομικά και πολλές φορές και κοινωνικά, γεγονός που μπορεί να προκαλέσει πολλά προβλήματα και εμπόδια σε μία διαδικασία νοσηλείας ή φροντίδας ενός ανθρώπου που πεθαίνει. Είναι μάλιστα πολύ πρόσφατος και ο θάνατος του ηθοποιού Μηνά Χατζησάββα, ο οποίος υπήρξε αιτία για να καυτηριαστούν πολλές διακρίσεις, και δυσκολίες που το κράτος προκαλεί σε ανάλογες περιπτώσεις. Ουσιαστικά, οι lgbtqi άνθρωποι στερούνται δικαιώματα, όπως να πάρει κανείς αποφάσεις για τον άνθρωπό του, όταν ο ίδιος δεν μπορεί, ή να τον δει, γεγονός που δυσκολεύει την καταληκτική φάση για τον άνθρωπο που πεθαίνει και για τους οικείους του, αλλά και καταδεικνύουν την ρατσιστική στάση και τις νομοθετικές ελλείψεις του κρατικού μηχανισμού. Κατά την άποψή μου, είναι ενθαρρυντικό να γίνεται λόγος γι αυτές τις διακρίσεις που συμβαίνουν στην χώρα μας και προκαλούν πόνο που μέχρι τώρα δεν εκφραζόταν, και θυμό που δεν δικαιωνόταν. Άλλωστε, δεν μπορείς να πολεμήσεις κάτι αν δεν αναγνωρίσεις την ύπαρξή του.

Βγαίνοντας από το κλινικό πλαίσιο, τι γίνεται όταν ένας άνθρωπος πεθαίνει. Η τελική φροντίδα του, η κηδεία και η ταφή είναι συμβολικές διαδικασίες με μεγάλη βαρύτητα, ψυχολογικό και κοινωνικό αντίκρισμα. Στην ακολουθία αυτών, οι οικείοι έχουν την ευκαιρία να φροντίσουν για τελευταία φορά τον δικό τους, και να καλέσουν το περιβάλλον του να τον τιμήσει και να τον αποχαιρετήσει. Η διαδικασία αυτή έχει λοιπόν ως πρώτο στόχο, μέσα από συγκεκριμένες τελετουργίες, να αποχαιρετήσουν τον νεκρό. Έπειτα, τον συνοδεύουν στον χώρο ταφής ή αποτέφρωσης, όπου συνειδητοποιούν πλέον το αμετάκλητο του θανάτου, ότι δηλαδή ο δικός τους δεν θα γυρίσει σε αυτούς. Είναι πολύ σημαντική σε αυτή τη διαδικασία η παρουσία του κοινωνικού περίγυρου, ο οποίος δίνοντας τα συλλυπητήριά του στους κοντινούς, αναγνωρίζει πρώτον τον δεσμό που τους έδενε με τον νεκρό, και δεύτερον το πένθος και τον πόνο τους. Πολλές φορές η πραγματικότητα για τους lgbtqi ανθρώπους δυστυχώς διαφέρει.
Στην πράξη, όταν μια γυναίκα αναγνωρίζεται σε όλη της τη ζωή ως σύζυγος από το κράτος και την κοινωνία, αναγνωρίζεται και ως χήρα. Εξακολουθεί να φέρει έναν τίτλο που την συνδέει με τον άνθρωπο που έχασε, ακόμη και με έναν διαφορετικό τρόπο. Οι δεσμοί ανάμεσα σε lgbtqi ανθρώπους δεν αναγνωρίζονται νομοθετικά και συχνά κοινωνικά, γεγονός που φέρνει τους ήδη ευάλωτους ανθρώπους που πενθούν σε μία θέση περιθωριακή. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση που φαίνεται στην έρευνα του Michael Shernoff για τους ομοφυλόφιλους χήρους.

Ο Ralph –συμμετέχοντας στην έρευνα-, στα 39 του χρόνια, που ξεκίνησε θεραπεία λίγο πριν τον θάνατο του συντρόφου του επί 8 χρόνια, περιέγραφε να νιώθει κατακτλισμένος από θλίψη. Είχε εμπιστοσύνη στην ικανότητά του να ανταπεξέλθει στην θύελλα συναισθημάτων που βίωνε, μέχρι που οι γονείς του συντρόφου του- Emmanuel‐, του είπαν πως δεν είναι καλοδεχούμενος στην κηδεία και πως θα έπρεπε να μετακομίσει από το διαμέρισμα που ζούσαν με τον σύντροφό του, το οποίο ανήκε μόνο στον Emmanuel και δεν υπήρχε κάποια διαθήκη για να κληροδοτηθεί στον ίδιο. Όχι μόνο έχασα τον σύντροφό μου, είπε, αλλά αντιμετωπίζω τον κίνδυνο έξωσης από το ίδιο μου το σπίτι.

Οι έρευνες του εξωτερικού παρουσιάζουν μία πολύ σκληρή πραγματικότητα για τους lgbtqi ανθρώπους, που πολλές φορές βιώνουν το πένθος απομονωμένοι, αδικημένοι, και υποβαθμισμένοι. Καταλαβαίνει βέβαια κανείς πως οι έρευνες μπορούν να μας μεταφέρουν μόνο ένα κομμάτι από τον πόνο στις πραγματικές του διαστάσεις. Η θεωρητική προσέγγιση μίας απώλειας απέχει πολύ από την γροθιά στο στομάχι που νιώθει κανείς όταν την βιώνει.

Σε αυτό το σημείο, θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας κάτι που περιγράφει πολύ ζωντανά την κατάσταση που επικρατεί στην Ελλάδα, και ξεκίνησε να με απασχολεί, όταν γνώρισα την Νανά, τρεις μήνες μετά τον θάνατό της, μέσα από αφηγήσεις ανθρώπων που την αγαπούσαν, την τίμησαν και την τιμούν με τον πιο ειλικρινή τρόπο. Δυστυχώς, το κράτος σε ορισμένες περιπτώσεις δείχνει το πιο σκληρό του πρόσωπο ακόμη και σε στιγμές πένθους και απώλειας , όπου ο σεβασμός είναι προαπαιτούμενος. Ο λόγος αυτή τη φορά γίνεται συγκεκριμένα για την τρανς κοινότητα, στην οποία οι διακρίσεις είναι τεράστιες. Οι προβλεπόμενες διαδικασίες της κηδείας σε ανάλογες περιπτώσεις, απαξιώνουν αντί να τιμούν την ύπαρξη του ανθρώπου. Συγκεκριμένα, όπως γνωρίζουμε, στην Ελλάδα δεν προβλέπεται η δυνατότητα αλλαγής του φύλου στις δημόσιες εγγραφές του ατόμου (ταυτότητες, διαβατήρια κλπ). Προχωρώντας λίγο στην ερμηνεία αυτής της κατάστασης, διακρίνει κανείς έναν έντονο συμβολισμό. Το κράτος και η κοινωνία αρνούνται να αναγνωρίσουν το δικαίωμα του ανθρώπου στην επιλογή του κοινωνικού φύλου, και στον αυτοπροσδιορισμό του. Στην ταφή λοιπόν ενός τρανσέξουαλ ατόμου, το μνήμα γράφει το όνομα με βάση το βιολογικό φύλο του νεκρού. Είναι σχεδόν αδιανόητη η βαρύτητα αυτής της πράξης. Κάθε άνθρωπος αφήνει το αποτύπωμά του στον κόσμο, κάνει τις επιλογές του, τα λάθη του, και επιλέγει την πορεία του. Αυτή η πορεία είναι που συνθέτει την ταυτότητά του στο τέλος. Δυστυχώς το κράτος στερεί αυτή την ταυτότητα από τους διεμφυλικούς, και τους αντιμετωπίζει ως ανθρώπους φαντάσματα. Στο μνήμα τους αναγράφεται ένα άλλο πρόσωπο, από αυτό που συνέθεσαν με τις επιλογές τους και τους στερείται έτσι η ίδια τους η ύπαρξη. Νομίζω πως αυτό τα λέει όλα. Ευτυχώς, η ανάμνηση και η υστεροφημία είναι μια κληρονομιά που αφήνουμε στις ψυχές των κοντινών μας και δεν μπορεί να την αγγίξει η κρατική βία, ακόμη και αν στερήσει το δικαίωμα ενός σημείου μνήμης στον καθένα από μας.

Τέλος, μια αλήθεια που παρέλειψα να πω είναι ότι το βίωμα της απώλειας, το οποίο προσπαθώ να προσεγγίσω και προσωπικά, δεν είναι μία φάση η οποία έχει αρχή μέση και τέλος, αλλά είναι μία τομή στη ζωή μας, η οποία μας αλλάζει, μας διαμορφώνει εκ νέου. Δεν ξεπερνάς ποτέ μια απώλεια, την κάνεις κομμάτι σου και ζεις μαζί της και προσπαθείς να κατανοήσεις το νέο νόημα που έχει δώσει αυτή η απώλεια στη ζωή σου. Σε αυτή την διεργασία δεν χωράει σκληρότητα και ρατσισμός, μόνο σεβασμός και στήριξη.

Ευτυχώς, παρά την θλιβερή πραγματικότητα του ρατσισμού και της περιθωριοποίησης από το κράτος και τον κοινωνικό περίγυρο, υπάρχει και μία άλλη πλευρά των πραγμάτων. Σε καταστάσεις που ο πόνος και ο φόβος για το αύριο υπερισχύουν, όπως οι δύσκολες στιγμές ενός θανάτου, η στήριξη είναι πολύ σημαντική για να μη καταρρεύσεις. Οι πρακτικές δυσκολίες σε μία συντηρητική κοινωνία με έναν εξίσου συντηρητικό κρατικό μηχανισμό, αποτελούν πρόκληση για όλους εμάς, να σταθούμε δίπλα στους ανθρώπους που μας έχουν ανάγκη. Για μένα προσωπικά, η πρόκληση είναι να κοιτάς κατάματα τον πόνο του άλλου, να έχεις την δύναμη να τον αγκαλιάζεις, σε πείσμα μίας κοινωνίας φυγόπονης. Και εδώ έρχεται η proud seniors, και η κάθε ομάδα που στηρίζει τους ανθρώπους στο να ζουν ανθρώπινα και να πεθαίνουν ανθρώπινα. Προσωπικά, θέλω να ευχαριστήσω την proud seniors που μου έδωσε το βήμα να μοιραστώ κάποιες σκέψεις μου, για τις πιο σκοτεινές πλευρές της ζωής μας, και καλώ όλους εσάς να συμβάλουμε, ώστε να τις φωτίσουμε όσο μπορούμε.

Πηγή: https://www.facebook.com/groups/ProudSeniors/

Αποδοχή
Χρησιμοποιώντας τη σελίδα αυτή, συναινείτε στη χρήση cookies. Περισσότερα...