Το πορτραίτο της Cyberdyke τη δεκαετία του '80, (3/3/2002)

(Άρθρο δημοσιευμένο στο περιοδικό «SYMBOL» της εφημερίδας «Επενδυτής», 3/3/2002)

Η απάντηση δεν ήρθε : «Είναι πολύ κακιά λέξη, δεν σου λέω, θα το πεις στο μπαμπά σου και μετά....» Μέχρι που παρακάλεσα να μάθω, η περιέργεια μου βλέπεις ήταν και είναι τεράστια όσο αφορά παράνομα, άσεμνα πράγματα. Τελικά πιαστήκαμε στα χέρια γιατί δεν χάριζα κάστανο και μετά από λίγες ώρες έτρεξα στον μπαμπά μου και τον ρώτησα: «Μπαμπά, τι σημαίνει λεσβία;» Ο μπαμπάς μου πετάγεται από την καρέκλα, φοβήθηκα μη μου έρθει ανάποδη, πήγα λίγο πιο πίσω για ασφάλεια και τον ξαναρωτάω πιο χαμηλόφωνα, «Λεσβία τι σημαίνει;» Μπαμπάς: «Που την άκουσες;» πάλι σε χαμηλούς τόνους και με όλη την εξυπνάδα που με διέκρινε «Στο δρόμο, μαλώνανε δυο κύριοι και έβριζε ο ένας τον άλλο λεσβία».

Ήταν κάποτε μια βασίλισσα στο νησί της Λέσβου και έπαθε μια αρρώστια που την έκανε να μισεί τους άντρες, η αρρώστια της την οδήγησε στην αυτοκτονία. Αυτά μου είπε ο μπαμπάς για την λέξη λεσβία και εγώ θεώρησα ότι είναι μια πολύ κακιά, θανατηφόρα αρρώστια που παθαίνουν οι γυναίκες. Τότε ήταν που κατάλαβα ότι αφορά μόνο γυναίκες και πόσο άστοχο ήταν που βρίζονταν δυο κύριοι στο δρόμο, αλλά αφού πέρασε απαρατήρητο με βόλεψε.

Μέχρι τα 15 μου δεν με ξαναπασχ?λησε η λέξη και όσα νεύρα και εάν είχα, δεν την χρησιμοποίησα ποτέ. Είχα ήδη μάθει την λέξη ομοφυλόφιλη και ευτυχώς όχι σαν βρισιά. Γυναίκες αγαπούν γυναίκες και πουθενά δεν έβλεπα κανένα σύμπτωμα της ασθένειας που σε κάνει να μισείς τα αγόρια, αντίθετα ήταν οι καλύτεροι μου φίλοι. Παίζαμε μπάλα, κάναμε χαβαλέ μόνο τα μπλουζ στα παιδικά πάρτυ, η Πυθία που πάντα διαλέγανε αγοράκι – κοριτσάκι  και η μπουκάλα που παρακάλαγα να γυρίσει στην κοπελίτσα απέναντι, έκανα σχεδόν αυτοσυγκέντρωση για να το κάνω να βρει τον στόχο που ήθελα και όταν τελικά η τύχη με ευνοούσε όλο κάποιος βλάκας έβαζε το χέρι του και το ξαναγύρναγε και εγώ δεν έβγαζα αχνά, ήξερα ότι αυτό που ήθελα έπρεπε να μείνει κρυφό και το ακόμα χειρότερο να πρέπει να νιώσω στα χείλη μου τα σάλια ενός συμμαθητή μου. Χείλια ερμητικά κλειστά και έφευγα από το παιχνίδι αφού τι νόημα είχε για εμένα; Όλα τα άλλα παιχνίδια τα έπαιζα μαζί τους.

Ομοφυλόφιλη – λεσβία και εγώ πλέον 15 ετών να βλέπω την φιλόλογο και να λιώνω. Εάν είχα την αρρώστια δεν με απασχολούσε αφού δεν ήταν κολλητική, δεν ήταν εμφανής και ένιωθα ότι σίγουρα δεν θα με οδηγούσε στον γκρεμό. Αυτό που ήθελα ήταν και άλλα «άρρωστα» κοριτσάκια.

Περπατάω με την μάνα μου στην Χαροκόπου, σε ένα ψιλικατζίδικο κρέμεται το Αμφι, πέφτει το μάτι μου ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΜΟΦΥΛΟΦΙΛΗ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ, τώρα που το σκέφτομαι πάντα λέγανε τον ψιλικατζή πούστη όλη η γειτονιά. Βλέπω την αγαπημένη μου, παράνομη και κρυφή λέξη ομοφυλοφιλία να κρέμεται μπροστά μου σε ένα εξώφυλλο με δυο άντρες να φιλιόνται. Ακολουθώ την μάνα μου, πάω σπίτι και μετά..... κάτι ξέχασα, ήθελα να πάρω ένα κόμικς, της παίρνω λεφτά και τρέχω πίσω, αγοράζω το περιοδικό, μπαίνω στο δωμάτιο, κλείνω την πόρτα και το ξεφυλλίζω. Πούτσοι, πέη, στύσεις. Καμία γκόμενα μέσα, αφού μου ήρθε να το πετάξω. Καλύτερα ήτανε τα Zάκουλα κάτω από το στρώμα μου. Ξαφνικά σε μια δεξιά σελίδα κάτω σε ένα κουτάκι : συνάντηση Λεσβιακής Ομάδας κάθε Τετάρτη στις 19.00, Ζαλόγγου 10 Αθήνα!!!!

Όλη την εβδομάδα μάζευα χαρτζιλίκι, τα ρούχα μου τα καλά, έτοιμα σιδερωμένα και η δικαιολογία, σιγά μην χρειαζόμουνα, πάντα πήγαινα και έκανα ότι ήθελα. Κάθε βράδυ μέχρι την Τετάρτη ονειρευόμουνα την κοπέλα της ζωής μου που θα έβλεπα και θα φιλούσα. Το είχα ήδη ανακοινώσει σε όλες τις κολλητές μου που προσπαθούσαν να με αποθαρρύνουνε και να με τρομάξουνε. Τίποτα δεν θα μπορούσε να με σταματήσει, είχα σιχαθεί την Πυθία και την μπουκάλα, ήθελα να χορέψω μπλουζ και να φιλήσω κοπέλα.

Τετάρτη 7.15 ήμουνα στην οδό Ζαλόγγου, έξω από ένα υπόγειο που έγραφε τον αριθμό 10. Υπόγειο και ένας ελάχιστος δισταγμός με έπιασε ενώ κατέβαινα τα σκαλοπάτια. Κατέβηκα, είμαι ήδη μέσα, είναι σαν αχούρι γεμάτο περιοδικά, ένα μεγάλο δωμάτιο που το χώριζε μια μεγάλη ντουλάπα σε δυο μικρότερους χώρους, δεν υπήρχε καμία γκόμενα, μόνο ένας τύπος που μίλαγε στο τηλέφωνο. Αρχίζω και γελάω, αυτός μου θύμιζε κωμωδία, σαν τον Παράβα στις ελληνικές ταινίες που έκανε την αδερφή ή το Μιλτιάδη μόδιστρο, δεν το είχα ξαναδεί αληθινά.

Τρέχω πάλι πάνω και βγαίνω έξω, δεν του μίλησα ενώ με είδε, κλαίω από τα γέλια μόνη μου στον δρόμο. Προσπαθώ να σταματήσω και σοβαρή ξανακατεβαίνω κάτω, αυτός εξακολουθούσε να μιλάει στο τηλέφωνο, με τον που τον ξαναβλέπω, έτσι όπως στεκότανε με χάρη, κάνω μεταβολή κρύβομαι πίσω από την ντουλάπα και γελάω με λυγμούς. Ακούω που κλείνει το τηλέφωνο και με δυο βήματα στέκεται μπροστά μου, γλυκός και ευγενικός. Τον λέγανε Κώστα και μου είπε ότι όπου να’ναι θα έρθουν τα κορίτσια.

Περίμενα όλο χαρά, σε πέντε λεπτά βλέπω κάτι πόδια να κατεβαίνουν, γυναικεία με παντελόνι ήτανε. Σε λίγο είχαν μαζευτεί και οι 12 κοπέλες και κάθε ελπίδα πλέον είχε χαθεί. Μέχρι και του μπαμπά μου η ιστορία είχε αρχίσει να φαίνεται αληθινή. Αρρώστια, ασχήμια, λες να αυτοκτονήσω σε λίγα χρόνια; Δεν έφυγα όμως, κάθισα και γνωριστήκαμε. Σιγά, σιγά άρχισα να συμπαθώ και κάποιες και ίσως να τις έβλεπα και πιο γλυκές κάτω από αυτό το ατσούμπαλο στυλ που τίποτα δεν είχε να κάνει με τις συμμαθήτριες μου στο σχολείο. Ήμουνα η πιο μικρή εκεί μέσα μέχρι, και λίγο πριν το τέλος της συνάντησης, κατεβαίνει ένα ζευγαράκι κοριτσάκια μόλις 2 χρόνια μεγαλύτερες μου και εκεί ήτανε ακριβώς που έχασα την φωνή μου και μαζί όλες τις κακές σκέψεις. Ήτανε τόσο όμορφες και οι δυο. Πήρα βαθιά ανάσα και προσπάθησα να κρύψω τον ενθουσιασμό μου. Την άλλη Τετάρτη ήμουνα πάλι εκεί και όλες τις άλλες Τετάρτες.

Ήμουνα 15 μισό πλέον και μέσα για τα καλά στην τότε λεσβιακή σκηνή της Αθήνας του’80 που τίποτα δεν είχε να κάνει με την σημερινή εποχή . Είχα μάθει όλα τα λεσβιακά μπαρ και στέκια και είχα γνωρίσει και άλλες λεσβιακές ομάδες και ήμουνα χαρούμενη που είχα βρει τον χώρο μου, άσε που είχα φιληθεί και όχι μόνο.

Μέσα σε αυτούς τους έξι μήνες είχα γεμίσει το δωμάτιο μου όλο αφίσες για την ομοφυλόφιλη απελευθέρωση και όταν συστηνόμουνα έλεγα πρώτα λεσβία και μετά το όνομα μου. Ήξερα ότι δεν ήτανε αρρώστια και δεν ενοχλούσα κανέναν. Η χαρά μου ήτανε τόσο μεγάλη και η μαμά μου τόσο ανεκτική γιατί δεν το πίστευε. Της το έλεγα αλλά νόμιζε ότι ήτανε μαζί με το punk και τα ξυρισμένα μαλλιά και τις πορείες. Έκλεινε μάλιστα την πόρτα του δωματίου μου για να μην βλέπουν οι επισκέπτες τις αφίσες. Σε πείσμα εγώ έβαλα και στην πόρτα απέξω.

Κάπου είχε μπερδευτεί με την Joplin, τον Μαρξ, τις φεμινίστριες και τις λεσβίες, με άφηνε να μεγαλώσω και να το ξεπεράσω. Την είχα πάει και στο ΑΚΟΕ (Απελευθερωτικό Κίνημα Ομοφυλόφιλων Ελλάδος) και μου είχε δώσει τότε ένα χιλιάρικο να δώσω για ενίσχυση και ένα χρόνο μετά μου έφτιαξε τυροπιτάκια για να πάω στο παρτυ της Λεσβιακής Ομάδας στο Κουκάκι τότε ακόμα λέει ότι έπρεπε να ήτανε αυστηρή και να με είχε μαζέψει από τότε που ήμουνα μικρή. Πάντα γελάω όταν την ακούω να το λέει, ξέρει ότι δεν είναι αλήθεια. Ο Μαρξ πέρασε και η Joplin, οι αγαπημένες μου όμως έμειναν και δίπλα η μαμά μου, που πάντα διαμαρτύρονταν γιατί δεν παίρνει κανένας άντρας τηλέφωνο σε αυτό το σπίτι και όλο βγαίνω με φίλες μου και μάλιστα μεγαλύτερες. Εδώ έρχονταν το εγκεφαλικό, η παρέμβαση της γιαγιάς που της έλεγε ότι δεν πρέπει να ανησυχεί αφού δεν βγαίνω με αγόρια να με παρασύρουνε και να τρέχουνε για εγκυμοσύνες. Πρώτη φορά ήτανε που ακουγότανε μάνα σε ολόκληρη την πολυκατοικία να φωνάζει «Ας μείνει έγκυος, καλύτερα» και μετά ψιθύριζε «…από το να είναι λεσβία» Η γιαγιά ποτέ δεν ήξερε και δεν έμαθε την λέξη λεσβία, άλλωστε δεν άκουγε ποτέ καλά και η μάνα μου πάντα την ψιθύριζε.

Θυμάμαι τον πρώτο μου μεγάλο έρωτα, κοιμόμασταν σπίτι μαζί και στο δικό μου και στο δικό της. Η μάνα μου πάλι έκανε ότι δεν καταλάβαινε. Όταν ένα βράδυ μπήκα σπίτι και έκλαιγα, με ρώτησε τι έχω και εγώ της λέω «Τίποτα, άσε με ήσυχη», τότε με παίρνει αγκαλιά και μου λέει : «Σ’αγαπάει, θα τα ξαναβρείτε να δεις που θα κτυπήσει το τηλέφωνο και θα είναι η Φωφώ αύριο, θα είσαστε πάλι μαζί.» ήξερα ότι μίλαγε για έρωτα. Όταν τα παιδιά τους πονάνε ξέρουν να ξεχνάνε τις απαγορεύσεις και τα φύλα και κάνουν τα πάντα για να πάρουν τον πόνο μακριά. Την άλλη μέρα χτύπησε το τηλέφωνο και τα ξαναβρήκαμε και ήμουνα όλο χαρά. Τότε ήταν που μου είπε: «Πάλι τα ίδια θα αρχίσουμε, τι σου έκανα και μου τα κανείς αυτά;»

Οι απαντήσεις μου ήταν πάντα προκλητικές και αδιάκριτες. «Τι σου έκανααααα; Εσύ με έκανες, δεν το διάλεξα, ήρθε μόνο του και αντί να με βοηθάς που όλο πρέπει να το κρατάω κρυφό παντού και να ντρέπομαι» εκεί ήταν που εκνευριζότανε : «Κρυφό, ντρέπεσαι; Σαν δεν ντρέπεσαι, μακάρι να το κράταγες κρυφό, πάω στον φούρνο να ψωνίσω και λένε να η μάνα της λεσβίας» η κουβέντα τελείωνε με την φράση μου: «Εεεε και τι να πούνε αφού είσαι η μάνα μιας λεσβίας....»

Την καλύτερη παράσταση με ύφος δραματικής θεάς (drama Queen) την είχε δώσει ένα πρωί που κάποια φίλη της , της έδειξε της προηγούμενης εβδομάδας ένα κυριακάτικο ένθετο που με είχε φωτογραφία και συνέντευξη, πάλι έλεγα και μίλαγα για τις λεσβίες.

Έρχεται με το περιοδικό πάνω από το κεφάλι μου, ενώ κοιμάμαι με σκουντάει να ξυπνήσω, βλέπω ότι κλαίει, βλέπω και το περιοδικό και αλλάζω πλευρό. Δεν ήθελα να δίνω μεγάλο βάρος και να το κάνω ζήτημα γιατί τότε ήτανε που έβρισκε χώρο για να ζει το δράμα της. Την αγνοώ και πάει κατευθείαν στο άλλο δωμάτιο στον αδερφό μου, αυτός πιο τρυφερός ξυπνάει της μιλάει και έρχεται όλο νεύρα μόνος του στο δωμάτιο μου, «Καλά, δεν φτάνει που την στεναχωρείς δεν αναλαμβάνεις και τις ευθύνες σου, γιατί να με ξυπνάει και να κλαίγεται σε εμένα;» μπαίνει και η μαμά μετά μέσα «Θα αλλάξουμε γειτονιά, ντρέπομαι να πάω για ψώνια.», άμα είναι αυτό το πρόβλημα της λέω θα πηγαίνω εγώ με τον αδερφό μου για ψώνια. «Εμένα μην με ανακατεύεις, να πας μόνη σου» λέει ο αδερφός μου, που σιχαίνεται τις δουλειές,  «Καλά θα πηγαίνω για ψώνια, να κοιμηθώ τώρα;». Η μάνα μου βάζει πιο δυνατά τα κλάματα και μέσα από αναφιλητά μουρμουράει «Με έχεις κάνει ρεζίλι όλο ακούω πίσω από την πλάτη μου φωνές να λένε....λεσβία....λεσβία...».

Εκεί δεν κρατηθήκαμε, αρχίσαμε με τον αδερφό μου να γελάμε και αυτός με το πάντα σοβαρό ύφος που έχει, της λέει: «Ρε μαμά για αυτό βγήκε και στο περιοδικό για να μην χρειάζεται να το ψιθυρίζουν» στο τέλος την κάναμε και γέλαγε και αυτή, μέχρι που μπαίνει η γιαγιά στο δωμάτιο και έψαχνε τα γυαλιά της που φόραγε.

Τελικά γειτονιά δεν αλλάξαμε και η μάνα μου σταμάτησε να ακούει τις φωνές που σταμάτησαν να υπάρχουνε, γιατί τροφή κουτσομπολιού είναι ότι κρατάς κρυφό. Άμα το διατυμπανίζεις κανένας δεν μπαίνει στον κόπο να ασχοληθεί.

Με τα χρόνια είχα ανακαλύψει και πολλές έξυπνες απαντήσεις και τις είχα πάντα σε ετοιμότητα μιας και το τόσο opening που έκανα, συχνά με έφερνε σε δύσκολη θέση, πάντα όμως κατάφερνα να ξεγλιστράω.

Θυμάμαι ένα μεσημεράκι στα Εξάρχεια και ενώ μοίραζα, με την τότε φίλη μου, τα flyers για τα πρώτα women’s parties στην Αθήνα, έχουμε ντυθεί όμορφα, προσπαθώντας να σπάσουμε τον μύθο της άσχημης λεσβίας που είναι απεριποίητη και δεν την θέλουν οι άντρες. Μπορώ να πω με την μετριοφροσύνη που με διακατέχει ότι ήμασταν ένα πολύ όμορφο και γλυκό ζευγαράκι.

Αφήναμε flyers σε όλα τα τραπέζια, όχι τόσο γιατί πιστεύαμε ότι θα έρθουνε στο πάρτυ όσο γιατί θέλαμε να δείξουμε σε όλους ότι υπάρχουμε. Κάποια στιγμή από μια παρέα και ενώ έχω απομακρυνθεί από εκείνο το τραπέζι, ακούω μια φωνή ενός νέου αγοριού να φωνάζει : «Κοπελιές είστε λεσβίες;» Ένα ρίγος με διαπέρασε, το δημόσιο κραγμένο outing ήταν κάτι που πρώτη φορά εκείνη την στιγμή το συναντούσα. Τι να απαντούσα; Όχι, εμείς απλά μοιράζουμε; Αποκλείεται, τόσο αγώνα είχα κάνει για να διοργανώσω τα πάρτυ και τόσο αγώνα είχε κάνει η μάνα μου για το χωνέψει ότι η κόρη της είναι λεσβία, έπρεπε να σταθώ στο ύψος μου και να ακούσει όλη η πλατεία Εξαρχείων τι είμαι, πρέπει να παραδεχτώ ότι ντράπηκα αλλά ένα σθένος ήρθε να βγάλει από το στόμα μου ένα δυνατό ΝΑΙ και τότε εκείνος έδωσε την old time classic απάντηση : «Δεν έχεις βρει τον κατάλληλο», με την απάντηση ένιωσα και όλη την πλατεία να κρυφογελάει και να περιμένει την έκβαση του debate. «Straight είσαι;» του φώναξα, ναι απαντάει και αυτός «Εεεε, ούτε εσύ έχεις βρει τον κατάλληλο».

Από εκείνη την ημέρα, θυμάμαι είδα πέντε κοριτσάκια από την πλατεία που ήρθανε στο πάρτυ. Το ένα μου άρεσε κιόλας πολύ και ήρθε και μου μίλησε. Μου είπε πόσο είχε ντραπεί στην αρχή και μετά πόσο το χάρηκε.

Εκείνο το βράδυ είχα αποφασίσει να αρχίσω να παίρνω φωτογραφίες. Είχα τελειώσει εδώ και κάποια χρόνια την Focus, σχολή φωτογραφίας και σκέφτηκα ότι θα ήθελα να καταγράψω με τον φακό μου αυτό που ονόμαζα lesbian life & style.

Είχα βαρεθεί όλες αυτές τις straight εικόνες, ήθελα να αρχίσω να δουλεύω για μια έκθεση που θα κατέγραφε την λεσβιακή ζωή, τις λεσβίες. Συχνά περπατούσα στον δρόμο με straight φίλες και φίλους και τους έλεγα: «Αααα, κοίτα, να μια λεσβία» Αυτοί πάντα με ρωτούσανε πως μπορούσα να τις ξεχωρίζω.

Δεν είναι τα κοντά μαλλιά, δεν είναι τα κομμένα νύχια, δεν είναι τα αγοροκόριτσα, είναι κάτι άλλο που δεν μπορούσα να ονομάσω, μπορούσα όμως να το καταγράψω και να το δείξω μόνο μέσα από εικόνες.

Η μάνα μου πάντα έλεγε ότι δεν μοιάζω με αυτές και όταν την ρωτούσα «Ποιες αυτές; Πως είναι αυτές;» μου έλεγε για την Σωτηρία Μπέλου. Εγώ τις έλεγα ότι ξέρω και άλλες επώνυμες που είναι λεσβίες και είναι θηλυκές και γενικά προσπαθούσα να της εξηγήσω ότι όπως συμβαίνει με τις ετεροφυλόφιλες έτσι είναι και με τις λεσβίες. Δεν έχουνε όλες βγει σαν μια κοψιά από εργοστάσιο κλωνοποίησης.

Ότι μπορείς να δεις σε μια straight γυναίκα, μπορείς και σε μια λεσβία. Λεσβία με  νύχια μακριά, φούστα και μακριά μαλλιά ή straight με κοντά μαλλιά και αθλητικά και να τρώει τα νύχια της.

Μάταια προσπαθούσα να της το εξηγήσω γιατί πάντα η κουβέντα κατέληγε: «Είδες που υπάρχουν επώνυμες και δεν φαίνονται και το κρύβουν, εσύ γιατί βάλθηκες να το λες παντού;» Τι να απαντήσω; Ότι τις λυπάμαι αυτές που το κρύβουν ότι το θεωρώ ανήθικο, ότι είναι ρεζίλι να ντρέπεσαι για κάτι που είσαι και να το κρύβεις. Άλλωστε οι γονείς με είχαν μεγαλώσει με την ηθική αρχή του να λέω πάντα την αλήθεια. Πως θα μπορούσα να κρύψω το πιο συγκλονιστικό και βασικό πράγμα της ζωής μου;

Έτσι με αυτές τις κουβέντες είχα βαλθεί να αποδείξω στην μάνα μου και σε όλους ότι ναι υπάρχουμε, είμαστε πολλές και ότι αυτό που με κάνει να καταλαβαίνω ποιες είναι λεσβίες δεν είναι κωδικοί ντυσίματος. Μόνο μέσα από την εικόνα μπορούσα να το δείξω γιατί μόνο μέσα από το lesbian icon είχα μάθει να το αναγνωρίζω, να το βλέπω και να το χαίρομαι.

Όταν στον πάρτυ για πρώτη φορά έβγαλα την κάμερα από την τσάντα, είδα τον κόσμο να απομακρύνετε, να κινείται αμήχανα, να αραιώνει μέχρι και να φεύγει. Όταν δε εστίασα πάνω σε ένα ζευγαράκι, η μια κοπέλα τρομαγμένη και σχετικά επιθετική ήρθε καταπάνω μου, έβαλε το χέρι της στον φακό, δεν μου είπε τίποτα απλά είχα καταλάβει και ξαναέβαλα την κάμερα στην τσάντα. Ζήτησα και συγγνώμη.

Άρχισα να ταξιδεύω στη Ευρώπη των λεσβιών και να τραβάω φωτογραφίες, εκεί δεν είχαν πρόβλημα. Στην Ευρώπη βρήκα επιτέλους έναν λεσβιακό χώρο έτοιμο και ανοιχτό να με δεχτεί με την κάμερα μου. 

Όταν γύρναγα Αθήνα πάντα μάζευα φίλες στο σπίτι και τους έκανα παρουσίαση με projector στον τοίχο, για πολλά χρόνια τράβαγα slides γιατί μου άρεσε να τα βλέπω  μεγάλα και κινηματογραφικά.

Η γιαγιά μου ήταν η μεγαλύτερη fan μου. Αυτή η γυναίκα λατρεύει να βλέπει φωτογραφίες, μπορεί για μέρες να κοιτάει όλα τα album ακόμα και ξένων ανθρώπων. Πάντα θέλει να βλέπει τι τραβάω και απολαμβάνει τα slides επειδή προβάλλονται μεγάλα μιας και η όραση της δεν είναι και η καλύτερη δυνατή.

Θυμάμαι στην πρώτη παρουσίαση, είχε πάρει και το χαμόμηλο μαζί. Ποτέ δεν ρώτησε πως είναι δυνατόν να φιλιόνται δυο κοπέλες. Ενώ αντίθετα έκανε παρατηρήσεις για τα extreme κουρέματα, τα dildo, πρέπει να είναι η πρώτη ελληνίδα γιαγιά που έχει δει παρέλαση sex toys και όταν ρώταγε τι είναι αυτά εγώ γέλαγα και της έλεγα εργαλεία της κρεβατοκάμαρας, τα δε piercing όταν είχα γυρίσει από Λονδίνο και είχα βάλει στο φρύδι νόμιζε ότι χτύπησα και μου κάνανε εγχείρηση. Τώρα τα dildo τα αναγνωρίζει αλλά δεν ξέρω ως τι τα βλέπει. Πάντως δεν επιμένει να μάθει αναλυτικά γιατί όταν επιμένει....

Μια μέρα εκεί που βλέπαμε slides χτυπάει το τηλέφωνο και αφήνω τον projector κολλημένο σε μια φωτογραφία που έδειχνε μια γυναίκα με τεράστια βυζιά και γένια. Κλείνω το τηλέφωνο και την ακούω να μου λέει:  «Τι είναι, άντρας ή γυναίκα;» της λέω ότι ακόμα είναι και τα δυο, δεν έχει αποφασίσει τι θέλει να είναι. Θεωρεί ότι την κοροϊδεύω και τσαντίζεται.

Πάει στην μάνα μου, η οποία ποτέ δεν ήθελε να βλέπει τις φωτογραφίες μου, της ανεβαίνει το αίμα στο κεφάλι, την ρωτάει «Τι είναι όταν βλέπεις μια γυναίκα με μεγάλα βυζιά και γένια;» Η μάνα μου: «Καλά τέτοια πράγματα βλέπεις στον ύπνο σου βρε μαμά;» και ακούω την γιαγιά να απαντάει : «Όχι σε φωτογραφίες της κόρης σου το είδα»

Τρέχει η μάνα μου στο δωμάτιο και αρχίζει πάλι την γκρίνια ενώ μου λέει να κλείσω αυτά τα βρώμικα πράγματα, εννοώντας τον projector, μου βάζει τις φωνές ότι δεν κάνει γριά γυναίκα να της δείχνω την ανωμαλία του κόσμου και ότι καλά θα κάνω να τα κρατάω αυτά για τις φίλες μου και τους όμοιους μου. Μπαίνει η γιαγιά και πάλι στο δωμάτιο, το slides εξακολουθούσε και πρόβαλε στον τοίχο όταν άκουσα την γιαγιά να διαμαρτύρεται: «Καλά εμένα δεν θα μου εξηγήσει κανένας, τι πρέπει να κάνω; Να ρωτήσω τον γείτονα;»  Εκείνη την ημέρα παρατρίχα γλίτωσα το slides μου από τα χέρια της μάνα μου η οποία φρίκαρε και τα έβαλε ΚΑΙ με την γιαγιά και της είπε σαν δεν ντρέπεται που θέλει να μας κάνει ρεζίλι στην πολυκατοικία. Η γιαγιά ποτέ δεν κατάλαβε ούτε τι εννοούσε η μάνα μου λέγοντας ρεζίλι αλλά ούτε κατάλαβε τι τελικά ήταν στην φωτογραφία. Έμαθε όμως ότι δεν λέμε στον γείτονα τι φωτογραφίες είδαμε.

Σκέφτομαι όταν εγώ γίνω γιαγιά πόσα πολλά θα έχω να λέω στα εγγόνια μου. Θα είμαι μια προοδευτική γιαγιά και τα πράγματα θα έχουν αλλάξει τόσο ώστε οι ιστορίες μου για το πως κάποτε ο κόσμος έβλεπε τους ομοφυλόφιλους θα φαντάζουν ιστορίες με αρκούδες. Έτσι θέλω να ονειρεύομαι ότι θα είναι ο κόσμος μας μέχρι να γεράσω. Μέχρι τότε προσπαθώ να κάνω το όνειρο μου πραγματικότητα.

Όσο για την φωτογραφική μου δουλειά, την ολοκλήρωσα μέσα σε 7 χρόνια και είμαι έτοιμη να την δείξω στους επόμενους μήνες .

Maria Cyber

Αποδοχή
Χρησιμοποιώντας τη σελίδα αυτή, συναινείτε στη χρήση cookies. Περισσότερα...