Ράντκλιφ Χολ (Radclyffe Hall)
Το Πηγάδι της μοναξιάς
Μετάφραση: Νίκη Σταυρίδη
Επίμετρο: Βενετία Καντσά
Εκδόσεις Κουκίδα
Όπως ο Κάιν, είμαι σημαδεμένη και κηλιδωμένη. Αν έρθεις μαζί μου, Μαίρη, ο κόσμος θα σε αποστραφεί, θα σε καταδιώξει, θα σε πει βρόμικη. Η αγάπη μας μπορεί να είναι ακλόνητη έως το θάνατο, και πέρα απ' αυτόν -αλλά ο κόσμος θα την αποκαλεί βρόμικη. Μπορεί να μην πειράζουμε κανένα πλάσμα ζωντανό με την αγάπη μας· μπορεί εξαιτίας της ν' αποκτήσουμε τη μεγαλύτερη κατανόηση, τη μεγαλύτερη ευσπλαχνία, αλλά τίποτα απ' αυτά δεν θα σε σώσει από τη μάστιγα του κόσμου, που θα αποστρέψει το βλέμμα και από τις πιο γενναιόδωρες πράξεις σου, καταλογίζοντάς σου μόνο διαφθορά και αθλιότητα. (...) Γιατί σ' αυτό τον κόσμο υπάρχει ανοχή μόνο για τους λεγόμενους φυσιολογικούς. Και όταν θα γυρέψεις σ' εμένα προστασία, θα σου πω: Δεν μπορώ να σε προστατεύσω Μαίρη, ο κόσμος μού έχει αφαιρέσει το δικαίωμα να προστατεύω· είμαι εντελώς ανήμπορη, το μόνο που μπορώ είναι να σ' αγαπώ.
"Το πηγάδι της μοναξιάς", ένα σχεδόν αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα, είναι η ιστορία της Στήβεν Γκόρντον, μιας γυναίκας που γεννιέται σε μια μεγαλοαστική οικογένεια της Αγγλίας, στη θέση του πολυπρόσμενου γιου, και από τότε μεγαλώνει (τη μεγαλώνουν) με συμπεριφορές ασυνήθιστες για τα κορίτσια της εποχής της. Κάνει αθλητισμό, ιππεύει, ξιφασκεί. Συνέπεια άμεση της διαφοράς της από τα άλλα κορίτσια, η απομόνωσή της -μοτίβο που κυριαρχεί σε όλο το βιβλίο.
[…]Εν τέλει βγήκε και στα ελληνικά το Πηγάδι της μοναξιάς. Η έκδοσή του φυσικά και δεν είναι ένα τυχαίο γεγονός. Είναι συνέπεια μιας συνέχειας. Το Πηγάδι της μοναξιάς, βιβλίο σκάνδαλο τη δεκαετία του '20, του '30, βιβλίο αισθηματικό για τον λεσβιακό έρωτα τις μετέπειτα δεκαετίες όταν ακόμα δεν υπήρχε φανερό κίνημα απελευθέρωσης των ομοφυλόφιλων στην Αμερική και την Ευρώπη, όταν η έκδοσή του στην Αγγλία ήταν για 20 χρόνια απαγορευμένη, βιβλίο στο στόχαστρο των φεμινιστριών τη δεκαετία του '70, δεν έπαψε με όλα αυτά να είναι το βιβλίο που θα πρωτοδιάβαζε στο δυτικό κόσμο κάθε γυναίκα λεσβία ή ομοφυλόφιλη ή όπως κι αν ονόμαζε τον εαυτό της από τη στιγμή που ψαχνόταν ερωτικά με τις ομόφυλές της.
Γυναίκες λεσβίες στην Ελλάδα, που γνώριζαν κάποια ευρωπαϊκή γλώσσα (συνήθως τα αγγλικά) και είχαν επαφή με τη Δύση, ήδη ήξεραν ή και είχαν διαβάσει το βιβλίο αυτό εδώ και πάνω από 20 χρόνια. Αλίμονο όμως, εκείνη η μοναχική ανάγνωση ήταν καταδικασμένη στην ίδια τη μοναξιά την οποία καταγγέλλει και το βιβλίο. Στη μοναξιά του περιθωριοποιημένου ανθρώπου που δεν έχει με ποιον να μοιραστεί τη διαφορετικότητά του, επειδή αυτή η διαφορετικότητα δεν ομολογείται, δεν αναγνωρίζεται, δεν τυχαίνει υπεράσπισης από κανέναν.
Όσο παλιομοδίτικο κι αν είναι σαν ανάγνωσμα, όσο «ανυπόφορος» κι αν ακούγεται σε μας ο αθεράπευτος ρομαντισμός της Ράντκλιφ Χολ, η εμμονή της στην ετεροφυλόφιλη οικογένεια που την θεωρεί ως την ευτυχισμένη κορύφωση του έρωτα, όσο κι αν δεν την αντέχουμε στα παραληρήματά της για τα μαρτύρια των εξοστρακισμένων από την κοινωνία ομοφυλόφιλων, δεν παύει να είναι ένα βιβλίο που «μιλάει» για την παιδική ηλικία του κινήματος της απελευθέρωσης των ομοφυλόφιλων γυναικών και αντρών (αλλά και των άλλων σεξουαλικών ταυτοτήτων). Τότε που η πρώτη κίνηση ήταν η συνειδητοποίηση μιας κατάστασης, η αναγνώρισή της, η αναγνώριση της διαφορετικής από τα καθιερωμένα και καθαγιασμένα πράγματα ερωτικής επιθυμίας, η ανάγκη και διεκδίκηση της αξιοπρέπειας, αυτής που καθιερώθηκε τις μετέπειτα δεκαετίες να λέγεται ομοφυλόφιλη υπερηφάνεια. Με όλες τις "αδυναμίες" της η Ράντκλιφ Χολ (αδυναμίες που βγαίνουν στο πρόσωπο της Στήβεν, της ηρωίδας της, όπως η διάθεσή της για κτητικότητα, για πατρονάρισμα, για απομονωτισμό, για εξουσία μέσα στην ερωτική σχέση) ήταν εν τούτοις αυτή η ίδια που έκανε το μεγάλο βήμα μπροστά, να μιλήσει μέσα από μια ιστορία, να πει "οι λεσβίες υπάρχουν", να αναλάβει πλήρως την ευθύνη της πράξης της που γι΄ αυτήν ήταν ζωτικό ζήτημα αξιοπρέπειας, να απευθυνθεί στο αναγνωστικό κοινό των αρχών του 20ού αιώνα και αμέσως μετά να σταθεί μπροστά σε ένα δικαστήριο αντρών και σε ένα μικτό και με ανάμικτα συναισθήματα ακροατήριο, και να ομολογήσει, να υπερασπίσει την ερωτική αγάπη μιας γυναίκας για μια άλλη γυναίκα, την δική της επιλογή. Το Πηγάδι της μοναξιάς που έφτασε στα δικαστήρια σαν ανήθικο ανάγνωσμα, αποτελούσε μια καταγγελία του τρόπου με τον οποίο σύρονται στο περιθώριο της κοινωνίας οι γυναίκες και άντρες που ζουν μια σεξουαλικότητα διαφορετική από τα συνηθισμένα. Και υπερασπιζόταν το δικαίωμα κάθε ανθρώπου, όποιας ερωτικής ταυτότητας, για ευτυχία και δημιουργικότητα.
Σχεδόν έναν αιώνα ύστερα, αν το ζήτημα της λεσβιακής ορατότητας εξακολουθεί να προβληματίζει ή και να βασανίζει ένα μεγάλο αριθμό ομο- ή αμφι-φυλόφιλων γυναικών, στη Δύση και στην Ελλάδα (σε διαφορετικό βαθμό βέβαια, ανάλογα με τη γενικότερη εξέλιξη της κάθε κοινωνίας), η Στήβεν του Πηγαδιού της μοναξιάς και μόνο γι΄ αυτό το λόγο μάς βρίσκει ακόμα συγγένισσές της, καθώς έχουμε πάντα να απαντήσουμε – αν και σε διαφορετική ιστορική στιγμή - σε ερωτήματα όπως: γιατί ομοφυλόφιλη υπερηφάνεια, γιατί ορατότητα και όχι κρύψιμο, γιατί είναι πολιτική πράξη η έκθεση της προσωπικής μας ερωτικής επιλογής, γιατί ένταξη σε μια συλλογική κίνηση απελευθέρωσης και όχι απόσυρση στον ιδιωτικό παράδεισο του έρωτα που έρχεται και παρέρχεται ή στην επίσης ιδιωτική κόλαση του μοναχικού βιώματος, γιατί και σήμερα χρειαζόμαστε να κινούμαστε ελεύθερα πηγαινοφέρνοντας γνώση και ερεθίσματα ανάμεσα στην ετερό- ομό- αμφί- τρανς- και λοιπά και λοιπά ομάδες, είτε πλειοψηφίες είτε γκέτο είναι αυτές, γιατί η ισότιμη και όχι η εξουσιαστική σχέση όπως και ο σεβασμός της ελευθερίας του ατόμου είναι τα βασικά συστατικά που κρατούν την αγάπη ζωντανή, και πολλά άλλα γιατί και γιατί.
Επίσης Διαβάστε: