Μια ακόμα ιστορία σχολικού εκφοβισμού στην Ζάκυνθο τoυ 1990

Βρήκαμε την ιστορία αυτή στο προσωπικό προφίλ του Haris Tortorelis στο facebook και μας συγκλόνισε. Όλες αυτές οι ιστορίες έχουν απίστευτες ομοιότητες. Τις ίδιες ομοιότητες βρήκε και ο Χάρης, που μας διηγιέται την ιστορία, με την τραγική είδηση των ημερών, τις αυτοκτονίας του 14χρονου παιδιού στην Αργυρούπολη.

Ζητήσαμε την άδεια της αναδημοσίευσης και του μηνύματος που στέλνει ο συγγραφέας της ιστορίας στην καθηγήτρια και μητέρα του μαθητή τρίτης Λυκείου που χτύπησε και απείλησε έναν μικρότερο μαθητή τρίτης Γυμνασίου. Στην πρωτότυπη ανάρτηση αναφέρονται τα πραγματικά ονόματα.

ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ BULLYING από την εποχή που δεν το ονοματίζαμε ακόμα

ΚΑΙ ΤΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΤΗΣ

Είναι μερικές ιστορίες και αναμνήσεις που μένουν σιωπηλές μέσα μας για πολλά χρόνια. Η ιστορία που θα γράψω είναι αληθινή και πήρα την άδεια του ανθρώπου που την έζησε για να την γράψω εδώ. Την «αφιερώνω» και απευθύνω σε συγκεκριμένα πρόσωπα που αναφέρονται ονομαστικά. Η ιστορία της αυτοκτονίας του 14χρονου στην Αργυρούπολη είναι ο λόγος που την θυμήθηκα. Δεν ήθελα να την θυμάμαι γιατί είχα νιώσει άσχημα που αυτή η ιστορία συνέβη δίπλα μου δίχως να πάρω χαμπάρι και να ασχοληθώ, τότε που ήμουν 13 χρονών (;). Αλλά έστω και αργά, μήπως πρέπει να ξαναθυμηθούμε αυτές τις ιστορίες και να ασχοληθούμε για να μην ξανασυμβούν;

Μιλάμε για μια ιστορία αρχές δεκαετίας 90 στο πρώτο κλασσικό Γυμνάσιο Ζακύνθου που συστεγάζεται με το πρώτο Λύκειο. Πήγαινα Τρίτη Γυμνασίου και δύο παιδιά θυμάμαι πολύ από εκείνη την χρονιά. Στα διαλείμματα την Μαρία Σολωμού, πρέπει να ήταν μία τάξη πιο κάτω από εμάς, που μου έκανε εντύπωση με το τεράστιο μαλλί και την φωνή της που κυριαρχούσε στα διαλείμματα σε όλο το προαύλιο, και αυτό το παιδί που πέρασε αυτή την ιστορία. Ήταν ένα παιδί διαφορετικό. Δεν μπορώ να προσδιορίσω την διαφορετικότητά του. Δεν θα πω πιο ευαίσθητο απλά θυμάμαι ότι τα αστεία του και οι πλάκες του ήταν πολύ πιο έξυπνες και όχι βαρετές του τύπου να ρίξω μια αμπούλα βρόμας στην τάξη για να χάσουμε μάθημα. Αν και πολύ κοινωνικό, θυμάμαι να περνάει και φάσεις απομόνωσης και μαυρίλας. Ήταν πολύ εμφανής η αντίθεση αυτή, κατά περιόδους, στην σχολική του ζωή.

Μετά το σχολείο χάθηκε. Τον συνάντησα στην Αθήνα τυχαία, μετά από πολλά χρόνια. Μου διηγήθηκε εκείνη την ιστορία και ένιωσα τόσες τύψεις. Εξαιτίας της ιστορίας αυτής μίσησε την Ζάκυνθο και δεν ξαναγύρισε ποτέ.

Το παιδί αυτό το αγαπούσαν πολύ όλα τα κορίτσια της τάξης μας. Έκαναν πολύ παρέα. Τα ίδια κορίτσια ήταν όλα ερωτευμένα με τον γόη του σχολείου. Ο γόης, ψηλός, ξανθός, με μακριά μαλλιά, γυμνασμένος και γιος της καθηγήτριάς μας των μαθηματικών, πήγαινε Τρίτη Λυκείου. Κυκλοφορούσε πάντα με τους υποτακτικούς του, μια παρέα συμμαθητών του και κάνανε πάντα πολύ φασαρία. Οι καφρίλες δεν είχαν τελειωμό. Αλλά οκ, συνέπεια καμία, αφού ήταν γιος της μαθηματικού, κλασσικά όπως το κλασσικό μας σχολείο.

Μια μέρα ο συμμαθητής μου πήρε άδεια, σε ώρα μαθήματος, για να πάει στην τουαλέτα. Για κακή του τύχη, σε άδειο προαύλιο, έπεσε πάνω στην παρέα των κάφρων του γόη που πρέπει να είχαν κάποιο κενό. Του την έπεσαν με την μία. Οι κάφροι τον ακινητοποίησαν πιάνοντάς τον από τα χέρια και έτσι ο γόης, Τρίτης Λυκείου, έπιασε από τον λαιμό το παιδί της Τρίτης Γυμνασίου! Αφού κόντεψε να τον πνίξει, ρωτώντας τον που πάει σε ώρα μαθήματος, σχεδόν του ξερίζωσε τα μαλλιά λέγοντας του ότι για να ξανακυκλοφορήσει στο προαύλιο θα έπρεπε να πάρει την άδειά του. Δεν σταμάτησε εκεί αλλά του έσκασε δύο τρεις μπουνιές στην κοιλιά που του έκοψαν την αναπνοή και τελείωσε την επίδειξη δύναμης του ρίχνοντας κάτω το παιδί, που κυλιόταν από τον πόνο στην κοιλιά, συνεχίζοντας να του τραβά τα μαλλιά και να του λέει «και θα πω σε όλους ότι είσαι αδελφή, κατάλαβες παλιοπούστη»;

Το παιδί τρομαγμένο γύρισε στην τάξη και δεν είπε τίποτα σε κανέναν. Έκανε έναν μήνα να βγει στο προαύλιο στα διαλείμματα. Μόνο έκλαιγε στο θρανίο του. Να πάρει χαμπάρι καθηγητής ότι κάτι δεν πήγαινε καλά, δεν έπαιζε. Αδιάφοροι πάντα. Οι φίλες του όμως πήραν χαμπάρι και τον ρωτούσαν συνεχώς. Κάποτε τους μίλησε αλλά δεν τους είπε τι είχε γίνει. Τους είπε ότι θέλει να πεθάνει και ότι θα πεθάνει. Εκείνες του είπαν ότι δεν ήθελαν να πεθάνει και ότι τον αγαπούσαν. Ο συμμαθητής μου, μετά από χρόνια, όταν μου διηγήθηκε την ιστορία, μου εκμυστηρεύτηκε ότι για έναν ολόκληρο μήνα κοιμόταν τα βράδια με ένα μαχαίρι κάτω από το μαξιλάρι του. Όταν έπεφταν όλοι για ύπνο στο σπίτι του, σηκώνονταν, πήγαινε στην κουζίνα και έπαιρνε το μαχαίρι. Το πιο συγκλονιστικό που μου ξεστόμισε ήταν ότι «δεν έβρισκε όμως την δύναμη ή το θάρρος να αυτοκτονήσει»! Όταν τον ρώτησα γιατί δεν είπε τίποτα σε κανέναν μου απάντησε ότι ένιωθε ότι κανένας δεν θα τον βοηθούσε. Ότι, λόγο της μητέρας καθηγήτριας του γόη, δεν θα γινόταν τίποτα και ότι και η ίδια θα τον έβαζε στο μάτι. Και βέβαια, αν μιλούσε, φοβόταν την αντίδραση του γόη πιο πολύ.

Στις φίλες του δεν τόλμησε να μιλήσει γιατί όλες ήταν ερωτευμένες με τον γόη και δεν θα τον πίστευαν. Δεν θα έπαιρναν το μέρος του. Ότι μόνο μια φορά τόλμησε να πει, όταν όλες μιλούσαν για τον γόη συνεχώς, ότι νομίζει ότι δεν είναι και τόσο «καλό» παιδί και εκείνες θύμωσαν και του είπαν ότι ζήλευε γι αυτό το έλεγε αυτό…

Το παιδί, μέχρι να τελειώσει εκείνη η χρονιά, όταν σχόλαγε, πήδαγε τα κάγκελα από μια πίσω κλειστή είσοδο του σχολείου μας για να μην πέσει πάνω στον γόη και ότι όταν τον έβλεπε από μακριά, άλλαζε δρόμο και έτρεχε να κρυφτεί.

Ο γόης την επόμενη χρονιά έφυγε στην Αθήνα για σπουδές. Έγινε και μοντέλο και τον είδαμε σε μια διαφήμιση στην τηλεόραση, σπουδαίο το πράγμα! Αλλά όλοι μας το συζητούσαμε στο σχολείο. Ο συμμαθητής μου μου είπε ότι ακόμα και στο άκουσμα του ονόματός του ή όταν τον έβλεπε στην τηλεόραση, έτρεμε.

Αυτό που μου έκανε εντύπωση είναι όταν ο φίλος μου, όταν μου είπε την ιστορία αυτή, μου είπε ακόμα ότι ξαφνικά ξέχασε το όνομα αυτού του γόη. Σβήστηκε από την μνήμη του. Δεν ξέχασε την επίθεση που δέχτηκε ποτέ αλλά μόνο το όνομα εκείνου. Και πολλά χρόνια μετά, πάνω από εικοσαετία, μια νύχτα, όταν έχασε έναν άνθρωπο δικό του από την ζωή, μέσα σε εκείνον τον πόνο της απώλειας, ξαφνικά ούρλιαξε το όνομά του! Α. Σ. Ο γιος της καθηγήτριας μας των μαθηματικών, της Β.! Πολύ περίεργο μου φάνηκε που ξέχασε το όνομα «Σ.» εξαιτίας της συνωνυμίας με τον Εθνικό ποιητή από την Ζάκυνθο και την Μαρία Σολωμού…

Ο λόγος που γράφω δημόσια τα ονόματα, με την άδεια του παιδιού εκείνου και με κάθε συνείδηση του τι κάνω είναι ότι αν η ζει η Β. και δεν έχει πάει από ασφυξία από τα τσίτα μπόμπα ταγεράκια της ή τα οχτώ μπουκάλια λακ στο κεφάλι καθημερινά, πολύ θα ήθελα κάποιος από τους Ζακυνθινούς που έχω εδώ να πάει να της πει πόσο κακή εκπαιδευτικός ήταν, όχι για τα μαθηματικά που μας δίδασκε (χάλια τα δίδασκε και αυτά), αλλά που κάλυπτε και δεν μάζεψε τον κάφρο γιο της. Αλλά και αν αυτός ο Α. Σ. τα δει αυτά να νιώσει πόσο μόνο σκατόψυχος απέμεινε τώρα που θα του έχει φύγει η εξωτερική ομορφιά και έχει μείνει μόνο το άσχημο μέσα του.

Τέλος, κάτι ακόμα. Οι γονείς των παιδιών αυτών που φύγανε τόσο αδικημένα, του Βαγγέλη Γιακουμάκη από την Κρήτη αλλά και του Νικόλα Φιλίππου από την Αργυρούπολη, μου δημιουργούν διφορούμενα συναισθήματα. Απέραντη λύπη και συμπόνοια για τον χαμό τους αλλά και θυμό. Θυμό γιατί, ακόμα και αν δεν κατάλαβαν τι συνέβαινε, μετά δεν βροντοφωνάζουν, έτσι για την μνήμη των χαμένων παιδιών τους, καθημερινά, στα κανάλια και παντού, κατά του σχολικού εκφοβισμού και για άλλα παιδιά που μπορεί και σήμερα να κοιμούνται με ένα μαχαίρι κάτω από το μαξιλάρι τους.

Αποδοχή
Χρησιμοποιώντας τη σελίδα αυτή, συναινείτε στη χρήση cookies. Περισσότερα...